Σάββατο 28 Ιουλίου 2012

Κυριακή Η Ματθαίου: Η πνευματικη πείνα, οι υλικές ανάγκες και το θαύμα του μοιράσματος της αγάπης



Μία από τις πιο εντυπωσιακές περικοπές των Ευαγγελίων είναι αυτή που αναφέρεται στον πολλαπλασιασμό των πέντε άρτων και των δύο ιχθύων από το Χριστό στην έρημο, προκειμένου να δώσει τροφή στους πέντε χιλιάδες άνδρες και τις ακόμη περισσότερες γυναίκες και τα παιδιά που βρίσκονταν στην έρημο για να τον ακούσουν.
Ο Χριστός χορταίνει την πνευματική πείνα των ανθρώπων και κατόπιν καλύπτει και τις υλικές τους ανάγκες.
Όταν μάλιστα οι μαθητές Του ζητούν από Εκείνον να απολύσει τους όχλους, να δώσει δηλαδή εντολή να φύγουν από κοντά Του και να κατευθυνθούν στα κοντινά χωριά για να αγοράσουν την τροφή τους, ο Χριστός τους λέει ξεκάθαρα: «ου χρείαν έχουσιν απελθείν» (Ματθ. 14, 16). «Δεν είναι ανάγκη να φύγουν από κοντά μου για να φάνε, αλλά εσείς οι μαθητές μπορείτε να τους δώσετε από την δική μας τροφή», επισημαίνει ο Κύριος, χαράσσοντας τελικά έναν δρόμο που αλλάζει την αντίληψη που οι περισσότεροι έχουν για τους συνεχιστές  του Κυρίου και των μαθητών Του, δηλαδή τους ανθρώπους που ανήκουν στην Εκκλησία.

Ποια είναι αυτή η διαφορετική αντίληψη;

1.Προηγείται το χόρτασμα της πνευματικής πείνας.
Το να αφήσει κάποιος το σπίτι του και τις εργασίες του και να τρέξει να βρει τον Ιησού Χριστό είναι ενδεικτικό βαθύτατης πίστης.
Και κάτι άλλο ακόμα. Το να κάθονται άνθρωποι, άνδρες και γυναίκες από το πρωί ως το βράδυ να ακούουν τη διδασκαλία του Ιησού είναι πράξη επίσης ενδεικτική πίστεως, αφοσίωσης μεγάλης και δείγμα πνευματικης πείνας .
Ο ήλιος κοντεύει να δύσει και οι μαθητές προειδοποιούν τον Κύριο να αφήσει τους ανθρώπους να φύγουν να αγοράσουν τροφές γιατί εδώ που βρίσκονται ο τόπος είναι έρημος.
Το να ξεχαστεί δηλαδή κανείς ακούγοντας μια διδαχή όλη την ημέρα σημαίνει ότι η διδαχή αυτή είναι πιο σημαντική και από το φαγητό και από τις άλλες οικογενειακές τους υποχρεώσεις και φαίνεται ότι αυτό είναι αλήθεια. Γιατί η διδασκαλία του Ιησού έχει πληρότητα ζωής και σωτηρίας.
Ομως, η πνευματική πείνα για μια μερίδα ανθρώπων, ειναι μια κατάσταση  στην εποχή μας ακατανόητη.
Οι περισσότεροι άνθρωποι που προσεγγίζουν σήμερα  την Εκκλησία ή μιλούν για την Εκκλησία δεν τονίζουν την πνευματική πείνα αλλά μόνο την υλική.
Αρκετοί δε κατηγορούν την Εκκλησία οτι δεν τους χορταίνει υλικά, αγνοώντας την πνευματική πείνα, την πνευματική διάσταση του ανθρώπου.
Ειναι προφανές οτι  ο σύγχρονος ανθρωπος αποπροσανατολίστηκε, εγλωβισμένος μέσα στην φιλαυτία του,  εχασε την αισθηση της πνευματικής πείνας, εχασε την αγωνία για το νόημα και τον σκοπό ζωής.
Ο Χριστός βλέπει στην έρημο τους ανθρώπους που πεινούν για ζωή, για αλήθεια, για κοινωνία με το Θεό. Και τους χορταίνει όχι μόνο με τη διδαχή Του, αλλά κυρίως με το πρόσωπό Του, με την παρουσία Του.


                                       


2.Δεν περιφρονεί όμως και τις υλικές ανάγκες του κόσμου.
Τις υλικές ανάγκες τις συνδυάζει  με τις πνευματικές ανάγκες και γι’ αυτό λέει στους μαθητές Του ότι δεν έχουν ανάγκη οι άνθρωποι να φύγουν από κοντά Του.
Αυτός είναι ο δρόμος τον οποίο πορεύεται αληθινά η Εκκλησία, παρά την πίεση που υφίσταται από τον κόσμο να δώσει προτεραιότητα στις υλικές και οχι στις πνευματικές ανάγκες του ανθρώπου.
Η Εκκλησία καλείται με τον λόγο, με την ασκηση, με την λατρευτικη ζωή της, με τα βιώματα των Αγίων, με την παρουσία της εν γένει, να δείξει ότι «ουκ επ’ άρτω μόνον ζήσεται άνθρωπος» και από κει και πέρα, αφού χορτάσει πνευματικά τον άνθρωπο, να τον βοηθήσει και στο υλικό κομμάτι της ζωής.
Συμπερασμα: Προηγείται το χόρτασμα της πνευματικής πείνας, η ανταπόκριση των ανθρώπων στην πνευματική προσφορά του λόγου του Θεού και έπεται το υλικό χόρτασμα.
Αν ο άνθρωπος έχει χορτάσει πνευματικά από την παρουσία του Χριστού και τον λόγο Του, τότε η ευθύνη των μαθητών είναι να μην του επιτρέψουν να φύγει για να βρει την υλική του τροφή, αλλά να μοιραστούν τη δική τους μαζί του.
Και επειδή αυτή η τροφή είναι λίγη, ο Χριστός με την προσευχή Του, την πολλαπλασιάζει, ώστε όχι μόνο να φθάσει για όλους, αλλά και να περισσέψει εν αφθονία.

3.Στην εποχή της μεγάλης κρίσης την οποία ζούμε η στάση του Χριστού φαντάζει μαλλον ως ουτοπική.
Όταν μάλιστα αυξάνουν οι στρατιές των ανθρώπων που ζούνε κάτω από τα όρια της φτώχειας ή στερούνται ακόμη και το καθημερινό φαγητό, το συναίσθημα και η ανθρωπιά μας σπρώχνουν να βγάζουμε κηρύγματα φιλανθρωπίας και να απαιτούμε από την Εκκλησία να προσφέρει.
Πόσοι από εκείνους που υποδεικνύουν στην Εκκλησία να αντιστρέψει την σειρά του Ευαγγελίου άραγε κάνουν πράξη αυτά που πρεσβεύουν για τους άλλους;
Αλλά και η ίδια η Εκκλησία πόσο μπορεί να αντέξει αυτή την πίεση και να δώσει στους ανθρώπους να κατανοήσουν ποιος πρέπει να είναι ο αληθινός προσανατολισμός της ζωής;
Μήπως, εάν οι άνθρωποι βίωναν τον πνευματικό χορτασμό, θα αισθάνονταν την ανάγκη τελικά να μοιραστούν και την τροφή τους μ’ αυτούς που δεν έχουν;
Κι εδώ οι μαθητές είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα ότι δεν είχαν οι ίδιοι χορτάσει πνευματικά για να αισθανθούν το αυτονόητο: να μοιραστούν το υλικό με τους ακροατές του Χριστού.
Τι άλλο μαρτυρεί η ορθολογιστική προτροπή προς το Χριστό να απολύσει τους όχλους για να βρούνε τροφή;
Ενώ ο Χριστός, τους υποδεικνύει τελικά με τον τρόπο του, ότι δεν είναι ο ορθολογισμός που πρέπει να κυβερνά τη ζωή μας, αλλά η πνευματική πορεία, η αγάπη,  από την οποία μπορεί να γεννηθεί το θαύμα.




Γιατί η αγάπη τελικά είναι το σημάδι του πνευματικού χορτασμού, που γεννά την πληρότητα εντός του ανθρώπου και τελικά το θαύμα του μοιράσματος της αγάπης.
Πόσοι είμαστε έτοιμοι στην εποχή αυτής της μεγάλης κρίσης να διακηρύξουμε τον λόγο του Χριστού: «Ουκ επ’ άρτω μόνον ζήσεται άνθρωπος, αλλ’ επί παντί ρήματι εκπορευομένω δια στόματος Θεού» (Ματθ. 4, 4).
Πόσο χορτασμένοι είμαστε  από τον λόγο του Θεού εμείς, για να ακούσουμε τελικά την προτροπή του μοιράσματος: «ου χρείαν έχουσιν απελθείν. δότε αυτοίς υμείς φαγείν», τόσο πνευματικά όσο και υλικά;


Δεν υπάρχουν σχόλια: